Η Καρίκα κοίταξε το έφηβο κορίτσι. «Μάλλον όχι. Όλα τα νησιά είναι πυκνοκατοικημένα. Αν βρούμε άλλους ανθρώπους εκεί, τότε ο Ακέλα θα κάνει εμπόριο για φρέσκο φαγητό και θα μας πάει σε άλλο νησί».
Στην καμπύλη του κανό, ο Ακέλα μελετούσε το ξύλινο διάγραμμά του, το οποίο έμοιαζε με παιχνίδι· μικρά κλαδάκια δεμένα μεταξύ τους με κομμάτια ίνας στο σχήμα περίπου ενός ορθογώνιου παραλληλογράμμου. Παρ’ όλ’ αυτά, ήταν ναυτικό διάγραμμα, που έδειχνε τους τέσσερις τύπους ωκεάνιων κυμάτων που παρατηρούνταν στο Νότιο Ειρηνικό. Δεμένα πάνω στο διάγραμμα ήταν μικρά κοχύλια, τα οποία έδειχναν την τοποθεσία γνωστών νησιών.
Χρησιμοποιώντας τη γνώση τους για τα ωκεάνια κύματα, τους εποχικούς ανέμους και τις θέσεις των αστέρων, οι Πολυνησιακοί είχαν διασχίσει το μεγαλύτερο κομμάτι του απέραντου ωκεανού.
Ο Ακέλα κοίταξε πάνω απ’ τον ώμο του προς τον Μέτοα, που καθόταν στην πρύμνη του αριστερού κύτους κρατώντας το κουπί του μέσα στο νερό. Του έκανε σήμα προς τα βορειοανατολικά, λίγο πιο δεξιά από την τωρινή τους κατεύθυνση.
Ο Μέτοα έγνεψε, και μετατόπισε το κουπί του για να πάρει την καινούργια πορεία.
Τα άλλα δύο σκάφη, που βρίσκονταν πίσω στα αριστερά και δεξιά απ’ τα απόνερα του αρχηγικού κανό του Ακέλα, άλλαξαν κι αυτά την πορεία τους για να τον ακολουθήσουν.
«Εάν το νέο νησί δεν είναι πυκνοκατοικημένο, μπορεί να μας υποδεχτούν με ahima’a
2
Η Καρίκα αποκεφάλισε ένα κοκκινόψαρο που σπαρταρούσε. «Με γεύμα»; Γέλασε. «Ναι, με εμάς για το κυρίως πιάτο».
Γέλασαν και οι άλλες γυναίκες, αλλά η Χίουα Λάνι όχι. «Κανίβαλοι; Σαν εκείνους τους βάρβαρους από το Νούκου Χίβα;
«Μάλλον». Η Καρίκα καθάρισε το κοκκινόψαρο και πέταξε τα εντόσθια μέσα σε ένα κομμένο νεροκολόκυθο. «Ποιος ξέρει τί διαβολικά πράγματα παραμονεύουν σε μερικά απ’ αυτά τα απομονωμένα νησιά».
Η Χίουα Λάνι έκοψε έναν αρτόκαρπο. «Ελπίζω να παραμονεύουν μερικοί φιλικοί νέοι άντρες σε αυτά τα νησιά».
«Χίουα Λάνι», της απάντησε η Καρίκα, «έχουμε ήδη τέσσερις πολύ καλούς νέους άντρες πάνω στα κανό μας».
Η Χίουα Λάνι τίναξε τα μακριά μαύρα μαλλιά της πάνω απ’ τον γυμνό ώμο της. «Είναι όλοι τους τόσο ανώριμοι. Θα προτιμούσα να παντρευτώ κανίβαλο».
«Κοίτα εκεί». Η Καρίκα έδειξε δυτικά με το μαχαίρι της, σε ένα σημείο όπου μαύρα σύννεφα σχημάτιζαν μια γραμμή πάνω απ’ τον ορίζοντα της μπλε θάλασσας.
«Λοιπόν», μίλησε η Χίουα Λάνι, «τουλάχιστον θα έχουμε καθαρό νερό απόψε». Σηκώθηκε και πέταξε τον αρτόκαρπο στα πεινασμένα γουρούνια.
«Ναι». Η Καρίκα κοίταξε με ένα γρήγορο βλέμμα το μπροστινό αρμάτωμα, όπου πριν μερικά λεπτά κάθονταν ο άντρας και η κόρη της. «Υποθέτω πως θα ‘χουμε».
Ο Ακέλα στάθηκε όρθιος στην καμπύλη του αριστερού κύτους, με τα χέρια του να σκεπάζουν τα μάτια καθώς παρατηρούσε την καταιγίδα.
Η μικρή Τεβίτα, δίπλα του, μιμούνταν τον πατέρα της.
Στη διάρκεια των βροχών, οι γυναίκες σχημάτιζαν την αχυροσκεπή σε κωνικό σχήμα ώστε το νερό της βροχής να πέφτει μέσα σε άδειες καρύδες. Όταν γέμιζαν, τις έκλειναν με ξύλινα καπάκια και τις αποθήκευαν στο κάτω μέρος των κανό.
Πριν ξεκινήσουν το μακρινό τους ταξίδι, οι γυναίκες είχαν τρυπήσει πενήντα φρέσκες καρύδες, είχαν στραγγίσει το υγρό τους για να το χρησιμοποιήσουν για μαγείρεμα, και τις τοποθέτησαν πάνω σε διάφορες μυρμηγκοφωλιές. Μέσα σε λίγες μέρες, τα μυρμήγκια είχαν καθαρίσει το εσωτερικό των καρυδών επιτυχώς, αφήνοντας πίσω καθαρά και ανθεκτικά σκεύη για την αποθήκευση πόσιμου νερού.
Μόλις γέμιζαν οι καρύδες από το νερό που κατέβαινε από το στέγαστρο, έπλεναν τα παιδιά με το υπόλοιπο για να φύγει το αλάτι απ’ τα κορμιά τους.
Η Τεβίτα είχε την σημαντικότατη δουλειά σίτισης και προστασίας της φρεγάτας. Η μεγάλη φρεγάτα, όπως την ονόμαζαν, είχε άνοιγμα φτερών σχεδόν δύο μέτρων, και ήταν από τα σημαντικότερα μέλη του πληρώματος.
Όταν πίστευε ο Ακέλα πως πλησίαζαν σε νησί, άφηνε τη φρεγάτα ελεύθερη, και όλη την έβλεπαν να πετά ψηλά στον αέρα ώστε να πετάξει μακριά στον ορίζοντα.
Το θαλασσοπούλι δεν πλησιάζει ποτέ το νερό, διότι δεν κατέχει νηκτική μεμβράνη στα δάχτυλα των ποδιών του, και τα φτερά του δεν είναι αδιάβροχα. Αν δε βρει στεριά, θα επιστρέψει στα κανό.
Αν δεν επιστρέψει, αυτά είναι καλά νέα, γιατί αυτό σημαίνει ότι βρίσκεται νησί αρκετά κοντά. Έτσι, ο Ακέλα μετά θα αλλάξει πορεία προς την κατεύθυνση που πέταξε το πουλί.
* * * * *
Κοιτούσαν τον ορίζοντα με τις καταιγίδες όλο το απόγευμα, και όταν ήρθε η νύχτα, φώτιζαν ανά λίγα δευτερόλεπτα κεραυνοί τον σκοτεινό ουρανό, ενώ οι βροντές ταρακουνούσαν τα τρία εύθραυστα σκάφη, και τα ανήσυχα ζώα έκρουαν και τσίριζαν.
Ο Ακέλα είχε αλλάξει την πορεία τους προς την ανατολή, σε μια προσπάθειά του να πλεύσει περιμετρικά των καταιγίδων, αλλά αυτές μεγάλωναν και εξαπλώθηκαν προς την κατεύθυνσή του, σαν να ανέμεναν αυτή την κίνηση προς διαφυγή.
Θα μπορούσε να γυρίσει και να πλεύσει με τους ανέμους, αλλά οι καταιγίδες θα τους έφταναν.
Έδεσαν τα ζώα και οτιδήποτε άλλο δεν ήταν ασφαλισμένο στις σανίδες.
Τα παιδιά συγκεντρώθηκαν στο κατάστρωμα, κρατώντας τα ζώα και σχοινιά ασφαλείας δεμένα στα κανό.
Η καταιγίδα στην ανοιχτή θάλασσα είναι πάντα φοβερή, αλλά τη νύχτα είναι τρομακτικότατη.