Морган Райс - Μια Αναζήτηση για Ήρωες стр 4.

Шрифт
Фон

Όχι, σκέφτηκε. Δεν μπορεί να συμβαίνει αυτό.

«Αλλά, Πατέρα—»

«Σιωπή!» φώναξε δυνατά, και η φωνή του ήταν τόσο διαπεραστική που έσχισε τον αέρα. Αρκετά  μαζί σου. Νάτοι, έρχονται. Φύγε απ΄ τη μέση και να προσέχεις τη συμπεριφορά σου όσο είναι εδώ».

Ο πατέρας του έκανε ένα γρήγορο βήμα και με το ένα του χέρι παραμέρισε τον Θορ σαν να ήταν ένα αντικείμενο που δεν ήθελε να βλέπει. Ο Θορ ένιωσε στο στήθος του τον πόνο από την στιβαρή του παλάμη.

Ακούστηκε μια μεγάλη βοή και οι άνθρωποι του χωριού ξεχύθηκαν από τα σπίτια τους και παρατάχθηκαν στις άκρες των δρόμων. Ένα σύννεφο σκόνης που υψώνονταν στον αέρα ήταν ο προάγγελος του της πομπής που ερχόταν. Μερικά δευτερόλεπτα αργότερα είχαν φτάσει δώδεκα ιππήλατες άμαξες με ένα θόρυβο που έμοιαζε με μεγάλο μπουμπουνητό.

Η είσοδός τους στο χωριό έμοιαζε με εισβολή και σταμάτησαν κοντά στο σπίτι του Θορ. Τα άλογά τους έκαναν επί τόπου καλπασμό ξεφυσώντας. Πήρε αρκετή ώρα για να κατακαθίσει το σύννεφο της σκόνης και ο Θορ προσπαθούσε με αγωνία να ρίξει μια ματιά στις πανοπλίες τους και στον οπλισμό τους. Η καρδιά του χτυπούσε δυνατά αφού ποτέ πριν στη ζωή του δεν είχε βρεθεί τόσο κοντά στο Αργυρό Τάγμα.

Ο στρατιώτης που ήταν στο άλογο που προπορεύονταν ξεπέζεψε. Βρίσκονταν εκεί μπροστά του, ένα πραγματικό μέλος του Αργυρού Τάγματος καλυμμένος με την αστραφτερή αλυσιδωτή πανοπλία του και ένα μακρύ σπαθί στη ζώνη του. Φαινόταν γύρω στα τριάντα, ένας αληθινός άντρας με γένια στο πρόσωπο, ουλές στο μάγουλό του και μια μύτη παραμορφωμένη από τις μάχες. Ήταν ο πιο σημαντικός άνθρωπος που ο Θορ είχε δει ποτέ του, διπλάσιος σε φάρδος από τους άλλους και με μια όψη που μαρτυρούσε ότι αυτός ήταν ο επικεφαλής.

Ο στρατιώτης πήδηξε κάτω στον χωμάτινο δρόμο με τα σπιρούνια του να κουδουνίζουν καθώς πλησίαζε τα αγόρια που είχαν παραταχθεί.

Παντού στους δρόμους του χωριού, δεκάδες αγόρια στέκονταν προσοχή, ελπίζοντας. Αν γίνονταν δεκτοί στο Αργυρό Τάγμα αυτό θα σήμαινε μια ζωή τιμής, μάχης, αναγνώρισης – και όλα αυτά συνοδεύονταν από γη, τίτλους και πλούτη. Όλα αυτά με τη σειρά τους σήμαιναν την καλύτερη νύφη, την πιο επίλεκτη γη και μια ζωή δόξας. Σήμαινε επίσης τιμή για την οικογένειά τους και η είσοδος στη Λεγεώνα ήταν το πρώτο βήμα.

Ο Θορ κοίταζε την κάθε λεπτομέρεια στις μεγάλες χρυσές άμαξες, γνωρίζοντας ότι ο αριθμός των νεοσύλλεκτων θα έπρεπε να είναι τόσος ώστε να χωράει σ’ αυτές. Ήταν ένα μεγάλο βασίλειο και είχαν πολλές πόλεις να επισκεφτούν. Ξεροκατάπιε, καθώς συνειδητοποιούσε ότι οι πιθανότητές του ήταν ακόμα πιο μικρές απ’ ό,τι νόμιζε. Θα έπρεπε να υπερνικήσει όλα αυτά τα αγόρια – πολλά από αυτά ήταν σπουδαίοι μαχητές – και μέσα σ’ αυτά και τα ίδια τα τρία αδέλφια του. Ένιωσε σαν να βυθίζεται.

Ο Θορ μόλις και μετά βίας ανέπνεε καθώς ο στρατιώτης βημάτιζε σιωπηλός, επιθεωρώντας τις σειρές με τους υποψήφιους. Ο στρατιώτης άρχισε από την μακρινή πλευρά του δρόμου κάνοντας κύκλους σιγά σιγά. Ο Θορ, φυσικά, γνώριζε όλα τα άλλα αγόρια. Ήξερε επίσης ό,τι κατά βάθος κάποιοι από αυτούς δεν ήθελαν να επιλεγούν αν και οι οικογένειές τους ήθελαν να τους ξεφορτωθούν. Αυτοί όμως φοβόντουσαν ότι δεν θα γίνονταν καλοί στρατιώτες.

Ο Θορ καιγόταν από την ταπείνωση. Αισθάνονταν ότι οι πιθανότητες να τον επιλέξουν έπρεπε να είναι τουλάχιστον όσες και οι δικές τους. Το γεγονός ότι τα αδέλφια του ήταν μεγαλύτεροι και πιο σωματώδεις δεν σήμαινε ότι δεν έπρεπε να έχει το δικαίωμα να παραταχθεί για να επιλεγεί. Καιγόταν επίσης κι’ από μίσος για τον πατέρα του και ένιωθε έτοιμος να σκάσει καθώς ο στρατιώτης τον πλησίασε.

Ο στρατιώτης σταμάτησε, για πρώτη φορά, μπροστά στους αδελφούς του. Τους κοίταξε από την κορυφή ως τα νύχια και φάνηκε εντυπωσιασμένος. Άπλωσε το χέρι του, άρπαξε ένα από τα θηκάρια τους και το τράβηξε απότομα, σαν να ήθελε να δοκιμάσει πόσο σταθερό ήταν.

Μετά έσκασε ένα χαμόγελο.

«Δεν έχεις ακόμα χρησιμοποιήσει το σπαθί σου σε μάχη, έτσι δεν είναι;» ρώτησε τον Ντρέικ.

Ο Θορ κατάλαβε ότι ο Ντρέικ ένιωθε αμηχανία για πρώτη φορά στη ζωή του. Ο Ντρέικ ξεροκατάπιε.

«Όχι, άρχοντά μου. Αλλά το έχω χρησιμοποιήσει πολλές φορές για εξάσκηση και ελπίζω να —»

«Για εξάσκηση!»

Ο στρατιώτης ξέσπασε σ’ ένα τρανταχτό γέλιο και καθώς στράφηκε προς τους υπόλοιπους στρατιώτες, άρχισαν κι’ αυτοί να γελάνε δυνατά κατάμουτρα στον Ντρέικ.

Ο Ντρέικ έγινε κατακόκκινος. Ήταν η πρώτη φορά που ο Θορ έβλεπε τον Ντρέικ να ντροπιάζεται – αφού συνήθως εκείνος ήταν που έκανε τους άλλους να νιώθουν έτσι.

«Λοιπόν, τότε θα πρέπει σίγουρα να πούμε στους εχθρούς μας να σε φοβούνται – εσένα που χρησιμοποιείς το σπαθί σου για εξάσκηση!»

Όι στρατιώτες άρχισαν και πάλι να γελάνε.

Ο στρατιώτης στράφηκε μετά στα άλλα αδέλφια του Θορ.

«Τρία αγόρια από την ίδια φαμίλια», είπε τρίβοντας τα γένια στο πηγούνι του. «Αυτό μπορεί να είναι χρήσιμο. Είστε όλοι σωματώδεις. Αν και άπειροι. Θα χρειαστείτε πολλή εκπαίδευση για να μπορείτε να τα καταφέρετε στο στράτευμα.

Μετά σταμάτησε για λίγο.

«Υποθέτω πως μπορούμε να βρούμε χώρο».

Έκανε ένα νεύμα προς την πίσω άμαξα.

«Μπείτε μέσα, γρήγορα. Πριν αλλάξω γνώμη».

Και οι τρεις αδελφοί του Θορ έτρεξαν προς την άμαξα με τα πρόσωπά τους να ακτινοβολούν από χαρά». Ο Θορ πρόσεξε ότι και το πρόσωπο του πατέρα του ακτινοβολούσε επίσης από χαρά.

Ο ίδιος όμως αισθανόταν σαν να του είχαν κόψει τα φτερά, έτσι όπως τους έβλεπε να απομακρύνονται.

Ο στρατιώτης γύρισε για να πάει προς το διπλανό σπίτι. Ο Θορ δεν άντεξε άλλο.

«Ιππότη!» Φώναξε ο Θορ δυνατά.

Ο πατέρας του γύρισε και τον αγριοκοίταξε, αλλά τον Θορ δεν τον ένοιαζε πια.

Ο στρατιώτης σταμάτησε, με την πλάτη προς το μέρος του, και μετά γύρισε αργά αργά.

Ο Θορ, με την καρδιά του να χτυπά δυνατά, έκανε δύο βήματα μπροστά και πρόταξε το στήθος του όσο πιο πολύ μπορούσε.

«Εμένα δεν με είδατε, ιππότη μου», είπε.

Ο στρατιώτης ξαφνιάστηκε, κοίταξε τον Θορ από πάνω ως κάτω σαν να ήταν κάτι αστείο.

«Δεν σε είδα;» ρώτησε, και ξέσπασε σε γέλια.

Και οι υπόλοιποι στρατιώτες ξέσπασαν σε γέλια επίσης. Αλλά ο Θορ δεν έδωσε σημασία. Αυτή ήταν η δική του στιγμή. Και ήταν τώρα ή ποτέ.

«Θέλω να μπω στη Λεγεώνα!» είπε ο Θορ.

Ο στρατιώτης προχώρησε προς το μέρος του Θορ.

«Τώρα θέλεις;»

Φαινόταν ότι το διασκέδαζε.

«Έχεις κλείσει τα δεκατέσσερα;»

«Μάλιστα, ιππότη μου. Πριν δύο εβδομάδες».

«Πριν δύο εβδομάδες

Ο στρατιώτης γελούσε με ένα παράξενο γέλιο και το ίδιο έκαναν και οι άντρες πίσω του.

«Στην περίπτωσή σου, οι εχθροί μας θα τρέμουν μόλις σε δουν».

Ο Θορ ένιωσε σαν να είχε πάρει φωτιά από την ταπείνωση. Έπρεπε να κάνει κάτι. Δεν μπορούσε να το αφήσει να τελειώσει έτσι. Ο στρατιώτης γύρισε για να φύγει – αλλά ο Θορ δεν μπορούσε να επιτρέψει κάτι τέτοιο.

Έκανε μερικά βήματα μπροστά και φώναξε δυνατά: «Ιππότη! Κάνετε λάθος!»

Το πλήθος έκανε ένα τρομοκρατημένο «ααα» και κράτησε την ανάσα του καθώς ο στρατιώτης σταμάτησε και γύρισε αργά αργά προς τα πίσω.

Τώρα ήταν συνοφρυωμένος και τον αγριοκοίταζε.

«Χαζό παιδί», είπε ο πατέρας του και άρπαξε τον Θορ από τον ώμο, «μπες μέσα γρήγορα!»

«Δεν μπαίνω!» φώναξε ο Θορ, και απελευθερώθηκε από την λαβή του πατέρα του.

Ο στρατιώτης πλησίασε τον Θορ και ο πατέρας του έκανε πίσω.

«Ξέρεις την τιμωρία για προσβολή του Αργυρού Τάγματος;» ρώτησε κοφτά ο στρατιώτης.

Η καρδιά του Θορ χτυπούσε δυνατά, αλλά δεν έκανε πίσω.

«Παρακαλώ, άρχοντά μου, συγχωρείστε τον», είπε ο πατέρας του. «Είναι μικρός και—»

«Δεν μιλάω σε σένα», είπε ο στρατιώτης και κοιτάζοντάς τον με τα μάτια μισόκλειστα, εξανάγκασε τον πατέρα του Θορ να απομακρυνθεί.

Ο στρατιώτης στράφηκε στον Θορ.

«Απάντησέ μου!» είπε.

Ο Θορ ξεροκατάπιε, αλλά δεν μπόρεσε να αρθρώσει λέξη. Δεν το είχε φανταστεί έτσι.

«Η προσβολή προς το Αργυρό Τάγμα είναι προσβολή προς τον ίδιο τον Βασιλιά», ψέλλισε ο Θορ ταπεινά, λέγοντας ό,τι θυμόταν από όσα είχε μάθει.

Ваша оценка очень важна

0
Шрифт
Фон

Помогите Вашим друзьям узнать о библиотеке

Скачать книгу

Если нет возможности читать онлайн, скачайте книгу файлом для электронной книжки и читайте офлайн.

fb2.zip txt txt.zip rtf.zip a4.pdf a6.pdf mobi.prc epub ios.epub fb3

Популярные книги автора